Εγκλήματα “λευκού κολάρου”: Σημείο των καιρών;

Νομοθεσία, Νομική & Δικηγόροι,⠀
Πηγή: pollsandpolitics.gr - Μαιρηχάρη Ρουκουτάκη
Εγκλήματα “λευκού κολάρου”: Σημείο των καιρών;

Είναι ευρέως διαδεδομένη η άποψη, ότι οι διάφορες μορφές συμπεριφοράς και δράσης των ατόμων συναρτώνται άμεσα με τον κοινωνικό παλμό και τις μεταβολές που σημειώνονται σε κοινωνικό, οικονομικό και πολιτικό επίπεδο της εκάστοτε περιόδου και εποχής. Έτσι και τα εγκλήματα, που συνιστούν  μία εκ των μορφών κολάσιμης συμπεριφοράς, είναι απότοκα της εκάστοτε κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής πραγματικότητας.

Η ραγδαία ανάπτυξη των οικονομικών, μεταξύ άλλων, εγκλημάτων, λοιπόν στην σύγχρονή μας εποχή, οφείλεται σε ένα βαθμό στην πρωτοφανή ανάδειξη του επιχειρηματικού κλάδου διεθνώς. Στην κατηγορία των οικονομικών εγκλημάτων εντάσσονται και τα αποκαλούμενα ως «εγκλήματα του λευκού κολάρου» (white – collar crimes), τα οποία διαπράττονται από στελέχη επιχειρήσεων και, εν γένει, από οικονομικούς παράγοντες. Τον όρο «έγκλημα λευκού κολάρου» εισήγαγε ο Edwin H. Sutherland, στην προσπάθειά του να καταδείξει τα εμφανισιακά και ενδυματολογικά χαρακτηριστικά (λευκά πουκάμισα με κολάρο) των στελεχών επιχειρήσεων και εταιρειών, που κατά κόρον προβαίνουν σε τέτοια οικονομικά εγκλήματα.


ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ


Στην κατηγορία των οικονομικών εγκλημάτων κατατάσσονται οι απάτες (frauds), η υπεξαίρεση χρημάτων (embezzlement of money), η διαφθορά (corruption), η πλαστογραφία σε δημοσιονομικά δεδομένα, η δωροδοκία (bribery) , η φοροδιαφυγή (tax evasion), η κακή διαχείριση κεφαλαίων και, εν γένει, κάθε οικονομική δραστηριότητα που υπονομεύει το γενικό καλό μιας επιχείρησης, προσβλέποντας στην  διασφάλιση κάποιου ατομικού χρηματικού κέρδους. Πρόκειται για παραβατικές οικονομικές δράσεις που δεν εκδηλώνονται «στο δρόμο» , όπως τα συνήθη εγκλήματα, αλλά σε επιχειρηματικά περιβάλλοντα.

Οι επιπτώσεις αυτών των εγκλημάτων είναι οδυνηρές τόσο για τις εθνικές οικονομίες όσο και για την κοινωνική σταθερότητα και ευημερία. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη BRANDONGAILLE, τέτοιου είδους εγκλήματα κοστίζουν ετησίως πάνω από 400 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανικές εταιρείες, ενώ φαίνεται ότι καθημερινά μία μέση επιχείρηση χάνει περίπου 9 δολάρια ανά υπάλληλο και ετησίως περίπου το 6% των εσόδων της, λόγω τέτοιων ενεργειών εκ μέρους των υπαλλήλων της. Mία παρόμοια έρευνα του Ηνωμένου Βασιλείου υπολόγισε το συνολικό ετήσιο κόστος των εγκλημάτων λευκού κολάρου σε 13,8 δισεκατομμύρια λίρες.

Μάλιστα, τα θλιβερά αυτά ποσοστά συνοδεύονται από την εκτίμηση ότι 1 στα 4 νοικοκυριά θα επηρεαστούν αρνητικά από τέτοια εγκλήματα, ενώ  το  17% των ερωτηθέντων ανέφεραν ότι έχουν βιώσει τέτοια οικονομικά εγκλήματα. Η αίσθηση τα οικονομικής ζημίας από τέτοια εγκλήματα, πλανάται στον κοινωνικό ιστό και έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη της άποψης ότι η μεγάλη διεθνής ύφεση του 2008-2009, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε τέτοιες οικονομικές καταχρήσεις. Άλλωστε, οι οικονομικές ατασθαλίες αναπτύσσουν και αισθήματα καχυποψίας και επιφυλακτικότητας στους μελλοντικούς επενδυτές και στους διάφορους ενδιαφερομένους (stakeholders) προς τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στο κέντρο τέτοιων οικονομικών σκανδάλων.


ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΑ ΤΑ ΣΕΜΙΝΑΡΙΑ ΓΙΑ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΑΛΛΩΝ ΝΟΜΙΚΩΝ ΘΕΜΑΤΩΝ


Όσον αφορά τους παράγοντες που οδηγούν στην διάπραξη τέτοιων εγκλημάτων, αυτοί συνοψίζονται συνήθως σε 3 κατηγορίες: «κίνητρο», «ευκαιρία» και «εκλογίκευση». Λέγοντας «κίνητρο» εννοούμε εκείνο το έναυσμα που οδηγεί κάποιον στο να προβεί σε μια δραστηριότητα – δίκαιη ή άδικη. Εν προκειμένω, το κίνητρο που οδηγεί πολλούς στην τέλεση οικονομικών ατασθαλιών είναι συνήθως το οικονομικό όφελος. Η «ευκαιρία», αναφερόμενη στα οικονομικά εγκλήματα, συνιστά την δυνατότητα ενός προσώπου να διαπράξει μία τέτοια έκνομη δράση, χωρίς να καταστεί άμεσα αντιληπτός.

Τέλος, η «εκλογίκευση» συνιστά μία απόπειρα δικαιολόγησης της παράνομης και αθέμιτης δραστηριότητας εκ μέρους του δράστη, προκειμένου να νομιμοποιήσει στη συνείδησή του την άδικη πράξη του, αναλογιζόμενος τυχόν αδικίες που έχουν διαπραχθεί εις βάρος του ιδίου από την επιχείρηση. Βέβαια, η λογική «οφθαλμός αντ’ οφθαλμού» μόνο πρόσφορη δεν είναι στις σύγχρονες ευνομούμενες κοινωνίες. Οι παράγοντες, βέβαια, που δύνανται να ωθήσουν ένα στέλεχος σε έκνομες δραστηριότητες, δεν εξαντλούνται σε αυτές τις τρεις κατηγορίες. Η εμπιστοσύνη που σταδιακά δομείται ανάμεσα σε στελέχη και τις εταιρείες στις οποίες αυτά απασχολούνται, μπορεί να λειτουργήσει και ως μια άτυπη «εγγύηση» για τους παρανομούντες ότι δε θα αποκαλυφθεί η δράση τους. Η κατάχρηση αυτής, λοιπόν, της εμπιστοσύνης συνιστά συχνά μία εκ των γενεσιουργών αιτιών της εγκληματικής οικονομικής συμπεριφοράς.

Ο ρόλος της δικαιοσύνης στην άμβλυνση και στον άμεσο περιορισμό τέτοιων άδικων πρακτικών, κρίνεται καθοριστικός και ουσιώδης.  Η θέσπιση ενός πιο αυστηρού νομοθετικού πλαισίου που θα επιβάλλει συνεχείς ελέγχους, προβλέποντας υψηλά τιμήματα και φυλάκιση, αποτελεί ένα σημαντικό «αντίβαρο» στην ανάδειξη τέτοιων δραστηριοτήτων. Οι Η.Π.Α., λαβωμένες από οικονομικές ατασθαλίες, θέσπισαν μία καινοτόμο και αποτελεσματική νομοθετική ρύθμιση, την Sarbanes-Oxley (SOX), σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες που είναι εισηγμένες στο χρηματιστήριο (listed companies) οφείλουν να διαθέτουν ισχυρά και σύγχρονα συστήματα ελέγχου, ώστε να αποφεύγεται η υποβολή αναληθών στοιχείων και δηλώσεων. Πρόκειται για μέτρα, που αν και χαρακτηρίζονται ως πολύ σχολαστικά από τις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις, επιβάλλουν σημαντικές κυρώσεις και, αναμφίβολα, δύνανται να  βελτιώσουν τη διεθνή εικόνα αναφορικά με τα εγκλήματα του λευκού περιλαιμίου.



Share:
Διαβάστε Επίσης